Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι νέοι επισκέπτονται την Ουάσιγκτον
Γκρεμίζουνε φράγματα στην σκέψη των ανθρώπων και ζητούν την επανένωση του νησιού. Μια ομάδα νέων από την Κύπρο, ηλικίας 15 μέχρι 17 ετών, περνούν το καλοκαίρι τους στην Ουάσιγκτον φιλοξενούμενοι σε σπίτια Αμερικανικών οικογενειών στα πλαίσια ενός προγράμματος που θεσμοθετήθηκε πριν λίγα χρόνια. Ένα από τα παιδιά που συμμετέχουν είναι η Ελληνοκύπρια μαθήτρια Άντρη Ευθυμίου που μαζί με τρείς άλλους συνομήλικους συμπατριώτες της μίλησε για το πρόγραμμα αυτό στην Φωνή της Αμερικής. Η Άντρη μας είπε μεταξύ άλλων: «Εδώ μαζί μου είναι 10 Ελληνοκύπριοι και 10 Τουρκοκύπριοι. Είμαστε συνολικά 20 παιδιά από την Κύπρο. Είμαστε όλοι Κύπριοι. Ήρθαμε με ένα πρόγραμμα συμφιλίωσης, το Cyprus Friendship Program, που σκοπό έχει την συμφιλίωση μεταξύ των δύο κοινοτήτων της Κύπρου, Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων». Η ανάγκη για το πρόγραμμα αυτό προέκυψε από την αναγνώριση του ότι οι περισσότεροι νέοι Κύπριοι, κάτω των 38 ετών, έχουν μεγαλώσει χωρίς καμιά επαφή με άτομα που ζουν στην άλλη πλευρά της Πράσινης Γραμμής.  Κι αυτό εν μέρει γιατί μόνον μετά το 2003 επιτράπηκε να αρχίσουν σιγά-σιγά, και μάλιστα στην αρχή με πολλούς περιορισμούς, οι ανταλλαγές επισκέψεων πολιτών από την μια πλευρά στην άλλη. Ο Νικόλας Μαυρίδης μας είπε πως το πρόγραμμα με το οποίο ήρθε στην Ουάσιγκτον του έδωσε την ευκαιρία να έχει την πρώτη ουσιαστική επαφή με Τουρκοκύπριο της ηλικίας του. «Ήτανε η πρώτη μου κανονική επαφή. Έχω πάει στην άλλη πλευρά αρκετές φορές αλλά δεν είχα κανονική επαφή, δεν είχα καταφέρει να κάνω φιλίες με παιδιά από την άλλη πλευρά, επειδή η επαφή δεν είναι τόσο έντονη όσο είναι με αυτό το πρόγραμμα. Αυτό το πρόγραμμα πραγματικά μας συνδέει μεταξύ μας». Η επιτυχία του προγράμματος οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο ότι αναγνωρίζει πως τόσο η Ελληνοκυπριακή όσο και η Τουρκοκυπριακή κοινότητα έχουνε στους κόλπους τους πάμπολλους υπέροχους ανθρώπους με πολλά κοινά, τα οποία όμως λόγω της πολυετούς διαίρεσης του νησιού έχουν αρχίσει να ξεχνιούνται. Οι Κύπριοι νέοι που παίρνουν μέρος στο πρόγραμμα θέλουν να συμβάλουν στην προαγωγή της φιλίας και της κατανόησης ανάμεσα στις δύο κοινότητες. Σύμφωνα με την Άντρη: «Αυτός είναι και ο σκοπός του προγράμματος. Εμείς, η επόμενη γενιά, να δείξουμε στους μεγάλους οι οποίοι δεν κατάφεραν να κάνουν κάποια ουσιαστική αλλαγή ότι εμείς μπορούμε και θέλουμε αυτό το νησί να είναι ενωμένο και να υπάρχει ειρήνη στο νησί». Γι αυτόν ακριβώς τον λόγο ο Νικόλας σκοπεύει να διατηρήσει και μετά την επιστροφή του στην Κύπρο τις επαφές που δημιούργησε με τους Τουρκοκύπριους μαθητές του προγράμματος.  Όπως λέει: «Δεν έχω σκοπό ξαφνικά να αποσυνδεθώ από αυτούς που έχω γνωρίσει. Έχω κάνει καινούργιους φίλους, έχουμε ανταλλάξει ιδέες και ανακαλύψαμε ότι έχουμε πολλά κοινά σημεία μεταξύ μας». Στα λόγια αυτά του Νικόλα, η Άντρη πρόσθεσε: «Αναπτύξαμε μεγάλες φιλίες. Το όλο πρόγραμμα είναι να είμαστε ζευγάρια με άτομο από την άλλη πλευρά. Εγώ περνάω με την νέα μου συγκάτοικο 24 ώρες το εικοσιτετράωρο μαζί. Περνούμε υπέροχα. Είναι σαν να είμαι με έναν άνθρωπο από την Γαλλία ή την Ιταλία, με την διαφορά ότι αυτή είναι Τουρκοκύπρια. Τι το πρόβλημα; Αυτό εγώ κατάλαβα». Παρόμοια ήταν τα αισθήματα και των δύο Τουρκοκυπρίων νέων που φιλοξενήσαμε στην ίδια εκπομπή της Φωνής της Αμερικής, της Τζέμρα Αρτσά (Cemre Arca) και του Ουμούρ Γκιουβέν (Umur Guven). Να ένα απόσπασμα από την συνέντευξη της πρώτης: «Αποφάσισα να πάρω μέρος στο πρόγραμμα γιατί δεν μου αρέσει να υπάρχουν φράγματα στην μέση της πατρίδας μου και θέλω να δω την Κύπρο να ενωθεί ξανά. Με το πρόγραμμα αυτό μπορεί να μη μπορέσουμε να γκρεμίσουμε τα φράγματα στους δρόμους αλλά μπορούμε να γκρεμίσουμε τα φράγματα στην σκέψη των ανθρώπων». Κύριος στόχος του προγράμματος είναι να ξεριζώσει μίση και προκαταλήψεις και να αντικαταστήσει τους όσους φόβους επικρατούν με ένα αίσθημα εμπιστοσύνης. Οι νέοι που παίρνουν μέρος στο πρόγραμμα, με την συμμετοχή τους και μόνον, καταδεικνύουν ότι είναι δυνατόν Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι να συμβιώσουν ειρηνικά. Και το ζωντανό τούτο παράδειγμα στέλνει ένα ελπιδοφόρο μήνυμα σε πολλές άλλες χιλιάδες Κυπρίους.  Στην δική του συνέντευξη ο Ουμούρ είπε: «Διαπιστώνω πως έχουμε πάρα πολλά κοινά. Πάντα θα έχουμε κάτι να μας ενώνει γιατί είμαστε κοντά ο ένας στον άλλον παρά τα φράγματα που χωρίζουν την χώρα μας. Είμαστε περίπου ίδιοι άνθρωποι και στις δύο κοινότητες. Θα μπορούσε να φανταστεί κανείς ότι έχουμε και σχεδόν ίδιο Ντι-Εν-Έϊ».   Με το τέλος του καλοκαιριού οι νέοι του προγράμματος θα γυρίσουν στην Κύπρο για να συνεχίσουν τα μαθήματά τους. Το τελευταίο ερώτημα που είχαμε για τους Τουρκοκύπριους συνομιλητές μας ήταν το ίδιο με εκείνο που εγείραμε και στους δύο νέους από την Ελληνοκυπριακή κοινότητα: Με την επιστροφή σας στην Κύπρο σκέφτεστε να διατηρήσετε τις επαφές που αναπτύξατε με την άλλη πλευρά κατά την παραμονή σας στην Ουάσιγκτον ή η όλη αυτή ιστορία του ταξιδιού σας είναι απλώς μια καλοκαιρινή εμπειρία και μόνον; Κατά τον Ουμούρ και πάλιν: «Οπωσδήποτε θα ξανασυναντηθούμε και θα συμμετάσχουμε και σε ορισμένες εκδηλώσεις που διοργανώνουν Ελληνόφωνοι και Τουρκόφωνοι Κύπριοι. Είναι χρέος μας να το κάνουμε αυτό γιατί είναι προς όφελος του μέλλοντος του τόπου μας. Θέλουμε το μέλλον να βρει την Κύπρο ενωμένη σε ένα κράτος». Το σκέλος του προγράμματος που περιλαμβάνει τις επισκέψεις των Κυπρίων νέων στην Ουάσιγκτον διευθύνει το ζεύγος Mike και Amanda Messinger. Στα πλαίσια του ίδιου προγράμματος έχουν έρθει και δεκάδες άλλοι νέοι από την Κύπρο που περνούν το καλοκαίρι τους σε διάφορες Αμερικανικές πόλεις. Ο Νικόλας Μαυρίδης και ο Umur Guven φιλοξενήθηκαν στο σπίτι του πρώην Διευθυντή Προγραμμάτων της Φωνής της Αμερικής, Alan Heil, ο οποίος σε παλαιότερη εποχή είχε διατελέσει και ανταποκριτής του καναλιού μας στην Αθήνα. Οι συνεντεύξεις των τεσσάρων νέων από την Κύπρο θα μεταδοθούν επίσης και από το Τουρκικό πρόγραμμα της Φωνής της Αμερικής μέσω σταθμών με τους οποίους συνεργάζεται αυτό στην Τουρκία.(voanews)