Για την μεταρρύθμιση της νομικής θέσης του Μουφτή
Κωνσταντίνος Τσιτσελίκης* Τον τελευταίο καιρό πολλά ακούγονται για μια μεταρρύθμιση που κυοφορείται στους κόλπους της κυβέρνησης ως προς το καθεστώς του Μουφτή, τις δικαιοδοτικές αρμοδιότητές του και τον τρόπο επιλογής του. Ωστόσο τίποτα το συγκεκριμένο δεν έχει ανακοινωθεί, ούτε υπήρξε διαβούλευση με την θρησκευτική ελίτ της μειονότητας της Θράκης. Το παρακάτω κείμενο αποτελεί ελάχιστη συμβολή σε έναν διάλογο που δεν έγινε. Η θέση του μουφτή στην ελληνική έννομη τάξη χαρακτηρίζεται από μία διττή όψη: πρώτον την νομική προστασία των μουσουλμάνων της Θράκης ως μειονότητα και την διατήρησή της ως ένα νέο «μιλλέτ», μια θρησκογενή κοινότητα με δική της έννομη τάξη που επιτρέπει εξαιρετικές ρυθμίσεις. Αποτέλεσμα της κατάστασης αυτής είναι η δυσχέρεια με την οποία μεταβάλλεται το περιεχόμενο των υπαρχόντων δικαιωμάτων (θρησκευτικής ελευθερίας, εκπαίδευσης κλπ.) σε σχέση με τα δικαιικά συμφραζόμενα που ορίζουν τις τάσεις για μεταρρύθμιση στα αντίστοιχα πεδία, δηλαδή την δικαιοσύνη, την παιδεία κλπ., στην ελληνική έννομη τάξη. Το παράδειγμα του Μουφτή αποτελεί κατεξοχήν δείγμα αντίστασης σε φιλελεύθερες μεταρρυθμιστικές προτάσεις. Η αντίσταση αυτή αφορά και την μειονότητα και το ελληνικό κράτος, αλλά και την κακώς εννοούμενη αμοιβαιότητα με την Τουρκία. Οι λόγοι πρέπει να αναζητηθούν στον ανταγωνιστικό πολιτικό και ιδεολογικό εναγκαλισμό, έλεγχο και προστατευτισμό της μειονότητας από τις ελληνικές και τουρκικές κυβερνήσεις ήδη από το 1923, δηλαδή από την ιστορική απαρχή της ύπαρξης της μειονότητας της Θράκης και την εφαρμογή της Συνθήκης της Λοζάνης, ως αμετακίνητο και μοναδικό νομικό θεμέλιο μειονοτικής προστασίας έως σήμερα. Δεν θα εξεταστεί στο χώρο αυτό το κατά πόσο προκύπτει διεθνής δέσμευση της Ελλάδας από την Συνθήκη των Αθηνών (1913) την Συνθήκη των Σεβρών περί μειονοτήτων (1920/23) και το άρθρο 42.1 της Συνθήκης της Λοζάνης. Σε κάθε περίπτωση και σύμφωνα με το ισχύον νομικό καθεστώς, ο Μουφτής διατηρεί μια διπλή ιδιότητα: Α. Του ανώτερου θρησκευτικού λειτουργού του ισλάμ στην περιφέρειά του(1). Εποπτεύει τα τζαμιά, τους θρησκευτικούς λειτουργούς ανά τέμενος, τα νεκροταφεία, τα βακούφια, εκδίδει παραινέσεις και συμβουλές προς του πιστούς, διευθύνει την φιλανθρωπική δραστηριότητα και τελεί γάμους. Β. Του ιεροδίκη, με αρμοδιότητες επί διαφορών μουσουλμάνων ελλήνων πολιτών κατοίκων της περιφέρειάς του που αφορούν ορισμένα μόνο ζητήματα οικογενειακού και κληρονομικού δικαίου. Οι αποφάσεις του Μουφτή επικυρώνονται από το αρμόδιο Μονομελές Πρωτοδικείο και έτσι καθίστανται εκτελεστές. Τα προβλήματα. (Α) Ο Μουφτής ως θρησκευτικός αρχηγός. Το ζήτημα είναι συνυφασμένο με τον τρόπο ανάδειξης του Μουφτή. Από το 1990 θεσμοθετήθηκε ο διορισμός του Μουφτή από την κυβέρνηση, μια πρακτική η οποία είχε εμπεδωθεί εθιμικά από το 1923 αν και σε διαφορετικό πολιτικό περιβάλλον. Κατά το προϊσχύσαν δίκαιο (ν. 2245/1920) ο Μουφτής έπρεπε να εκλέγεται άμεσα από τους μουσουλμάνους Θρακιώτες, όμως εν τέλει οι Μουφτήδες διορίζονταν ύστερα από συνεννόηση των προυχόντων της μειονότητας με την κυβέρνηση. Το 1985/1990 προέκυψε το ζήτημα του ελέγχου των Μουφτήδων από την τουρκική επιρροή, και κατέληξε στην τροποποίηση του νόμου από την κυβέρνηση (ν. 1920/1991). Αποτέλεσμα ήταν η οξεία αντιπαράθεση και η συσπείρωση της μειονότητας γύρω από τους τότε ανεξάρτητους βουλευτές με την επίκληση της τουρκικής ταυτότητας της μειονότητας. Έκτοτε λειτουργούν παράλληλα με τις τρεις επίσημες Μουφτείες και δύο «παράλληλοι-εκλεγμένοι» Μουφτήδες, οι οποίοι ελέγχουν τα περισσότερα τζαμιά της Θράκης, και λειτουργούν ως πολιτικοί ηγέτες της μειονότητας μαζί με τους εκάστοτε εκλεγμένους βουλευτές. Η συνύπαρξη ήταν μάλλον επώδυνη, καθώς η ελληνική κυβέρνηση χρεώθηκε με δύο καταδικαστικές αποφάσεις σχετικά με το θέμα (ΕΔΔΑ, Σερίφ, 1999 και Αγγά, 2000) Ως προς την τέλεση γάμου προβλήματα έχουν προκύψει από την ελαστική ερμηνεία του κατώτερου ορίου των μελλόνυμφων (ιδιαίτερα χαμηλές ηλικίες σε κορίτσια τσιγγανικής καταγωγής), αλλά και στην τέλεση γάμων δια αντιπροσώπου, ενηλίκων και ανηλίκων, τους οποίους το μουσουλμανικό δίκαιο αποδέχεται. (Β) Ο Μουφτής ως δικαστής. Εάν κανείς εξετάσει το ισχύον δίκαιο, ουσιαστικό και δικονομικό, θα όφειλε να διακρίνει τις εξής κατηγορίες προβλημάτων που ταλανίζουν την λειτουργία των ιεροδικείων και την απόδοση δικαιοσύνης: 1. Ως προς την μη ορθή εφαρμογή του ισχύοντος δικαίου από τα πολιτικά δικαστήρια που επικυρώνουν την μουφτιακή απόφαση: • Ελλειμματικός έλεγχος συνταγματικότητας και της σύγκρουσης με την δημόσια τάξη (και της ευρωπαϊκής τάξης των δικαιωμάτων του ανθρώπου) των μουφτιακών αποφάσεων σε πλείστες όσες περιπτώσεις. Σημαντικά ζητήματα προκύπτουν από το ουσιαστικό ιερό δίκαιο δίκαιο όπως αυτό εφαρμόζεται σήμερα εάν ελεγχθεί σύμφωνα με βασικές δικαιικές αρχές, όπως της ισότητας, του συμφέροντος του παιδιού και της γυναίκας (βλ. σχετικό δεσμευτικό διεθνές δίκαιο δικαιωμάτων του ανθρώπου: ΕΣΔΑ, Διεθνές Σύμφωνο για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα, Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού, Σύμβαση για την Πρόληψη των Διακρίσεων κατά των Γυναικών κλπ.). • Τα πολιτικά δικαστήρια εφαρμόζουν εξαιρετικά στενή ερμηνεία του όρου «μουσουλμάνοι έλληνες πολίτες, της περιφέρειας αρμοδιότητας του Μουφτή» του ν. 1920/1991, με αποτέλεσμα να μην κηρύσσουν εκτελεστές τις μουφτιακές αποφάσεις που αφορούν γάμο έλληνα πολίτη με αλλοδαπό ή γάμο κατοίκων εκτός περιφέρειας του Μουφτή. Το αποτέλεσμα είναι η αδυναμία λύσης του γάμου. • Παρόμοια εξαιρετικά στενή ερμηνεία εφαρμόζεται από το 2008 ως προς την αρμοδιότητα του Μουφτή σε θέματα επιμέλειας τέκνων, με αποτέλεσμα οι μουφτιακές αποφάσεις που αφορούν την επιμέλεια τέκνων να μένουν ανεκτέλεστες. Β. Κενά δικαίου: • Δεν προβλέπεται ή εφαρμόζεται η προαιρετική αρμοδιότητα του ιεροδικείου. Πολύ συχνά τα πολιτικά δικαστήρια παραπέμπουν υποθέσεις στον Μουφτή ως αποκλειστικά αρμόδιο δικαιοδοτικό όργανο. • Δεν ορίζεται τι συμβαίνει σε περίπτωση επιλογής της μιας δικαιοδοτικής αρχής (πολιτικά δικαστήρια) από τον ένα διάδικο και της άλλης (ιεροδικεία) από τον άλλο. • Δεν προβλέπεται ο δεύτερος βαθμός εκδίκασης (ούτε η αναίρεση) των υποθέσεων που κρίνει ο Μουφτής. • Δεν επιβάλλεται η παράσταση δικηγόρου, η αρχή της ισότητας των διαδίκων, ούτε η αιτιολόγηση των αποφάσεων. Παρατηρείται διαφορετική απόδοση στην ποιότητα της δικαιοσύνης που απονέμουν τα ιεροδικεία εάν συγκριθούν τα τρία ιεροδικεία, με σαφές προβάδισμα εκείνου της Κομοτηνής. Για να συζητήσει κανείς τον εκσυγχρονισμό και την μεταρρύθμιση του θεσμού του Μουφτή, ως θρησκευτικού αρχηγού και ιεροδίκη, θα πρέπει καταρχήν να υπογραμμίσει την πολιτική διασύνδεση των δύο επί μέρους ιδιοτήτων που συνυπάρχουν σήμερα στο αυτό πρόσωπο, δηλαδή του δικαστή και του θρησκευτικού ηγέτη. Στις προτάσεις για κατάργηση ή διατήρηση του ιερού δικαίου θα πρέπει κανείς να είναι ιδιαίτερα προσεκτικός και να συνεκτιμήσει τις επί μέρους κοινωνικές, πολιτικές παραμέτρους που συνθέτουν το «μειονοτικό» της Θράκης, χωρίς όμως φόβους και εμμονές που συντηρούν τις αγκυλώσεις του παρελθόντος. Θα προχωρήσω εν συντομία σε συγκεκριμένες προτάσεις επί του θέματος και στην συνέχεια σε σχετικά εκτενέστερη αιτιολόγησή τους: • Να διακριθεί σε δύο διαφορετικά πρόσωπα ο Μουφτής-ιεροδίκης και ο Μουφτής θρησκευτικός αρχηγός. • Ο Μουφτής-ιεροδίκης να διορίζεται από το κράτος και να ανήκει στο σώμα των δικαστών, έχοντας την απαραίτητη κατάρτιση (ενδεχομένως να εδρεύει στο δικαστικό μέγαρο της πόλης του). • Ο Μουφτής θρησκευτικός αρχηγός αναδεικνύεται ανάλογα με τις επιλογές της μειονότητας (άμεσα από όλους τους μουσουλμάνους της περιφέρειάς του, από εκλεκτορικό σώμα, από σώμα θρησκευτικών λειτουργών κλπ). • Να κατοχυρωθεί ρητά η δυνατότητα επιλογής να προσφεύγει κανείς στο ιεροδικείο ή στα πολιτικά δικαστήρια. • Να μεταρρυθμιστεί (μέσα από κωδικοποίηση, προτάσεις επιτροπής εμπειρογνωμόνων κλπ) το εφαρμοστέο ουσιαστικό ιερό μουσουλμανικό δίκαιο ως προς την λύση του γάμου, της διατροφής και της επιμέλειας τέκνων, της κληρονομικής διαδοχής ώστε να μην αντίκειται στην δημόσια τάξη και μια σειρά κανόνων δικαιωμάτων του ανθρώπου. • Να κατοχυρωθούν δικονομικά η προσφυγή σε δευτεροβάθμιο δικαστήριο και η αιτιολόγηση της απόφασης. Μια μεταρρυθμιστική διεργασία ως προϊόν διαλόγου με την μουσουλμανική κοινότητα θεωρώ ότι θα εγκαθίδρυε ένα παράδειγμα -με την πολιτική, νομική και κοινωνιολογική έννοια του όρου- στους αποδέκτες των κανόνων δικαίου, ώστε να συμμορφώνονται και να τους αποδέχονται. Αντιστρόφως, η επιβολή του πολιτικού δικαστηρίου και του αστικού κώδικα με την αυθημερόν κατάργηση των ιεροδικείων θα θεωρούνταν από τις κοινωνίες αυτές πράξη παραβίασης της μειονοτικής προστασίας και αθέμιτη διατάραξη της εσωτερικής μειονοτικής τάξης. Μα τέτοια παρέμβαση, χωρίς μάλιστα διαβούλευση θα γινόταν αντιληπτή ως επιθετική αντιτουρκική-αντιμειονοτική ενέργεια και θα είχε αποτέλεσμα τον ανέξοδο πολιτικό προσεταιρισμό της μειονότητας από τον τουρκικό εθνικισμό μειώνοντας τις δυνατότητες επιτυχίας των πολιτικών κοινωνικής ένταξης της μειονότητας, ιδιαίτερα όσον αφορά τα χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα. Θεωρώ, δηλαδή, ότι η κατάργηση του ισχύοντος καθεστώτος του Μουφτή θα φέρει τις γυναίκες και τα παιδιά, δηλαδή τους ευάλωτους αποδέκτες του ιερού δικαίου –όπως αυτό εφαρμόζεται σήμερα- σε ακόμα δυσχερέστερη θέση, αφού σε πολλές περιπτώσεις κοινωνικά θα αποκλειστούν από την πρόσβαση στα πολιτικά δικαστήρια και την επίλυση των διαφορών σε επίπεδο οικογενειακών συμβουλίων, όπως συμβαίνει και με τους μουσουλμάνους μετανάστες. Το ζήτημα λοιπόν δεν (μπορεί να) είναι μόνο νομικό, αλλά θα πρέπει να διαμορφωθεί σε μια διαλεκτική πορεία της κοινωνίας και του κανονιστικού, δηλαδή τη σταδιακή αλλαγή του δικαίου σε συνάρτηση με την μεταβολή των συνθηκών ζωής των υποκειμένων του δικαίου. Εξάλλου, μια μειονοτική και μάλιστα φτωχή κοινωνία διαμορφώνει αντιστάσεις σε κάθε εξωγενή παρέμβαση σε αυτά που θεωρεί «κεκτημένα δικαιώματα». Στόχος της μεταρρύθμισης θα πρέπει να είναι η εμπέδωση από την μειονότητα αξιών και αρχών, τις οποίες εξάλλου και η ευρύτερη ελληνική κοινωνία κατοχύρωσε μέσα από διαδικασίες δεκαετιών και κοπιωδών διεκδικήσεων. Θα πρότεινα να εξαντληθούν τα περιθώρια εξέλιξης του δικαίου «από τα μέσα» πριν επιχειρήσει ο νομοθέτης να μεταβάλλει τα πράγματα με «αυστηρό τρόπο», δηλαδή να καταργήσει το ιερό δίκαιο ή το ιεροδικείο. Αυτό θα μπορούσε να συμβεί στο μέλλον μέσα από το αίτημα της ίδιας της κοινότητας. Εξάλλου, η εξέλιξη του ισλαμικού δικαίου δεν είναι άγνωστη διαδικασία. Αίτιο και αποτέλεσμα της μεταβολής του δικαίου θα είναι η ωρίμανση (με όρους εκδημοκρατισμού) και από τους μελλοντικούς αποδέκτες των κανόνων αυτών και από εκείνους που έχουν την πολιτική εξουσία να το διαμορφώσουν. Επίσης, η διαβούλευση επί της ουσίας από εκείνους που ενδιαφέρονται, από τα ιεροδικεία και από την τοπική κοινωνία της Θράκης είναι απαραίτητη για τον σκοπό αυτό. Συγκεκριμένα, λοιπόν, προτείνω την έναρξη μιας διαδικασίας δημοκρατικού και ειλικρινούς διαλόγου με την παράλληλη φιλελευθεροποίηση της διαδικασίας ενώπιον των ιεροδικείων αλλά και την θέση σε τροχιά εξέλιξης του ιερωνυμικού δικαίου, ώστε να καθιερωθεί το νέο νομικό παράδειγμα. Ένα νέο δίκαιο που θα ρυθμίζει με δικαιοσύνη τις σχέσεις οικογενειακού δικαίου και θα συμβάλλει υπέρ της κατοχύρωσης των ευάλωτων μερών των σχέσεων αυτών, δηλαδή της γυναίκας και των παιδιών. Από την άλλη πλευρά, η απόδοση θρησκευτικής ελευθερίας στους μουσουλμάνων να επιλέξουν τους θρησκευτικούς τους αρχηγούς θα αποτελέσει μια κατ’ αρχήν πολιτικά επώδυνη διαδικασία, η οποία θα συμβάλει με ουσιαστικό τρόπο στον εκδημοκρατισμό της μειονότητας. Έτσι, οι διαφορετικές τάσεις και απόψεις που προέρχονται από την μειονότητα και τα αιτήματα περί δικαιωμάτων θα μπορούν να εκφράζονται πλουραλιστικά και να δοκιμάζονται στον κοινωνικό στίβο από κοινού με αυτά τις πλειονότητας. *Αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, μέλος της Εκτελεστικής Γραμματείας του Κέντρου Ερευνών Μειονοτικών Ομάδων (www.kemo.gr) και πρόεδρος τηε Ελληνικής Ένωσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (www.hlhr.grkt@uom.gr, ktsitselikis@yahoo.com (1) Ο Μουφτής Κομοτηνής θεωρείται ο πρώτος τη τάξη μεταξύ των τριών Μουφτήδων της Θράκης. Σημειωτέον, ότι ο Μουφτής Ρόδου δεν τυγχάνει νομικής αναγνώρισης, ζήτημα το οποίο χρήζει ρύθμισης.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Aθηνά Κοτζάμπαση, 2003, Οι οικογενειακές έννομες σχέσεις των Ελλήνων μουσουλμάνων, Παρατηρητής, Θεσσαλονίκη Γιάννης Κτιστάκις, 2006, Το ιερό δίκαιο και οι Έλληνες μουσουλμάνοι. Μεταξύ κοινοτισμού και φιλελευθερισμού, Σάκκουλας, Αθήνα-Θεσσαλονίκη Κωνσταντίνος Τσιτσελίκης, 1999, «Η θέση του Μουφτή στην ελληνική έννομη τάξη. Η νομική απροσδιοριστία ως παράγοντας της θρησκευτικής ελευθερίας των μουσουλμάνων της Θράκης», Νομικά ζητήματα θρησκευτικής ετερότητας στην Ελλάδα, Δ. Χριστόπουλος (επιμ.), εκδ. Κριτική, Αθήνα, σελ. 271-330. Konstantinos Tsitselikis, 2010, “Applying Sharia in Europe: Greece as an Ambivalent Legal Paradigm”, Yearbook of Muslims in Europe, vol. ΙI, J.S. Nielsen, S. Akgönül, A. Alibašić, Br. Maréchal & Ch. Moe (επιμ.), Brill