Μόλυνση υδάτινου περιβάλλοντος σε όλα τα διασυνοριακά ποτάμια της Ελλάδας
Σε επικίνδυνη κατάσταση, όσον αφορά τη ρύπανση των υδάτων, βρίσκονται οι ποταμοί Νέστος, Αλιάκμονας και Αξιός, όπως προκύπτει από μελέτη που πραγματοποίησαν φοιτητές του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.

Η μελέτη έγινε στο πλαίσιο του Διατμηματικού Μεταπτυχιακού Τμήματος (Τμήματα Βιολογίας, Γεωλογία και Πολιτικών Μηχανικών), με θέμα: "Οικολογική ποιότητα και διαχείριση σε επίπεδο λεκάνης απορροής".

Όπως αναφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η καθηγήτρια στον Τομέα Ζωολογίας του Τμήματος Βιολογίας του ΑΠΘ, Μαρία Λαζαρίδου, η κατάσταση των ποταμών κρίθηκε μέτρια ως ελλιπής.

"Καλή βρέθηκε μόνον στους παραποτάμους του Νέστου, στο Γοργόπη του Αξιού και σε δυο μόνον σταθμούς, Πλατανιά και Κοκκινιά, του Αλιάκμονα" σημειώνει η κ. Λαζαρίδου.

Ως αιτίες της ρύπανσης αναφέρει τη μη επεξεργασία βιομηχανικών και αστικών λυμάτων, καθώς και τα φράγματα, ενώ ξεκαθαρίζει ότι τα διασυνοριακά ποτάμια εισέρχονται μεν με φορτία ρύπων στη χώρα μας, αλλά η κατάστασή τους, τις περισσότερες φορές, χειροτερεύει.

"Είναι επιτακτική πλέον η ανάγκη διακρατικών συμφωνιών και η υλοποίηση συγκεκριμένων έργων για την αντιμετώπιση της ρύπανσης των ποταμών που χρόνο με τον χρόνο υποβαθμίζονται", τονίζει η κ.Λαζαρίδου.

Στη μελέτη των μεταπτυχιακών φοιτητών Μ. Μαθιουδάκη , Τ. Φραγκουλίδου, Ε. Κουκίδου και Λ. Σκορδή αξιολογήθηκε ο ποταμός Αξιός, που πηγάζει από το όρος Σκάρδος στην ΠΓΔΜ και εκβάλλει στο Θερμαϊκό Κόλπο, σχηματίζοντας το Δέλτα Αξιού- Λουδία- Αλιάκμονα- Γαλλικού-Αλυκών Κίτρους. Η λεκάνη απορροής του έχει μέγεθος 24.615 km2, εκ των οποίων τα 21.690 km2 βρίσκονται στην ΠΓΔΜ και μόλις τα 2.925 km2 στο ελληνικό τμήμα.

Όπως προέκυψε, ο Αξιός εισέρχεται ρυπασμένος, αλλά κατά την καθοδική του ροή από τα ελληνικά σύνορα, δέχεται επιπλέον την επιβάρυνση από βιομηχανικά απόβλητα, αστικά λύματα, ενώ υπάρχει και έντονη αγροτική δραστηριότητα, με υδροβόρες καλλιέργειες και χρήση λιπασμάτων και φυτοφαρμάκων.

Για την εκτίμηση της οικολογικής κατάστασης επί ελληνικού εδάφους, πραγματοποιήθηκαν δειγματοληψίες σε 8 σταθμούς, την περίοδο Ιουνίου-Ιουλίου 2008 και όπως προέκυψε, οι περισσότεροι σταθμοί βρίσκονται σε μέτρια οικολογική κατάσταση.

Το Νέστο μελέτησαν οι Λαμπρινή Κανλή, Αθηνά Πατσιά, Κωνσταντία-Αναστασία Κασάπη και Γαλάτεια Αγγελάκου, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι, η ποιότητα του νερού στους παραποτάμους είναι υψηλή ή καλή, ενώ η ποιότητα του νερού στους σταθμούς του κύριου ρου είναι μέτρια ή ελλιπής.

Επιπροσθέτως, φάνηκε ότι ο Νέστος είναι ένας ποταμός που δεν καθορίζεται η ποιότητά του από τη ρύπανση, αλλά από την υδρομορφολογική του διαχείριση, δηλαδή τα φράγματα και τα αντιπλημμυρικά έργα.

"Το νερό δηλαδή, μετά τα φράγματα, πέφτει με ορμή από ψηλά, καταστρέφοντας τους βιότοπους, με αποτέλεσμα η ποιότητα του νερού να γίνεται ελλιπής", εξηγεί η κ.Λαζαρίδου.

Όσον αφορά τέλος τον Αλιάκμονα ποταμό, από τη μελέτη των μεταπτυχιακών φοιτητών Β.Σωματαρίδου, Π.Χριστοφορίδη, Κ.Δόμβρη και Κ.Αποστολάκη, η ποιότητα των ρεόντων υδάτων βρέθηκε από "πολύ κακή" (Γκιόλι, Τάφρος 66) έως "καλή" (Κοκκινιά, Πλατανιά).

"Στο Βενέτικο και στην Αγία Βαρβάρα η ποιότητα των νερών είναι "κακή" και στους υπόλοιπους σταθμούς "μέτρια". Ειδικότερα, η ποιότητα στους σταθμούς που βρίσκονται στον κύριο ρου του ποταμού ήταν κατά κύριο λόγο "μέτρια" προς "καλή".

Σε ό,τι αφορά την αφθονία των ζώων σε κάθε σταθμό, "οι μέγιστες τιμές παρατηρήθηκαν στην Πλατανιά και στην Παναγιά και οι ελάχιστες στο Βενέτικο και στην Τάφρο 66", αναφέρεται στην μελέτη.

Για την οικολογική κατάσταση ποταμών της Βόρειας Ελλάδας, την ανάγκη κοινοτικής δράσης και διεύρυνσης του νομικού πλαισίου στον τομέα πολιτικής των υδάτων, θα μιλήσει η κ.Λαζαρίδου, τη Δευτέρα 9 Νοεμβρίου 2009, στις 18.30, στο Γαλλικό Ινστιτούτο Θεσσαλονίκης.