Ο Ερντογάν και η Αίγυπτος
Τίποτα δεν επηρέασε τόσο καταλυτικά τις σχέσεις της Δύσης µε την ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής όσο η ανάδειξη τουάξονα Αγκυρας - Ιερουσαλήµ - Καΐρου ως συνέπεια της προσέγγισης της Τουρκίας µε τον αραβικό και τον εβραϊκό κόσµο αλλά και τηςπροσέγγισης του Ισραήλ µε την Αίγυπτο και την Τουρκία. Και τίποτα δεν υπήρξε πιο δύσκολη υπόθεση στα σύγχρονα διπλωµατικά χρονικά από το περίτεχνο αυτό επίτευγµα, το οποίο µετέτρεψε µια ανελέητη αντιπαράθεση ανάµεσα σε ορκισµένους εχθρούς που διαρκούσε αιώνες σε µια πρωτοβουλίαπεριφερειακής ισορροπίας, σιωπηρής αναγνώρισης τωνσυµφερόντων της κάθε πλευράς και αναγκαίωνσυµβιβασµών για τη διευθέτηση των διαφορών. Ηταν, εποµένως, εύλογο το ενδιαφέρον και οι παρεµβάσεις όλων των «εµπλεκοµένων» στα τεκταινόµενατης Αιγύπτου,ιδιαίτερα µάλιστα του αµερικανού προέδρου Μπαράκ Οµπάµα, του ισραηλινού πρωθυπουργού Μπενιαµίν Νετανιάχου, του τούρκου οµολόγου του Ταγίπ Ερντογάν και των ηγετών της Ευρωπαϊκής Ενωσης.  Ενώ όµως οι υπόλοιποι ηγέτες έστρεψαν το ενδιαφέρον τους σε θέµατα ανθρώπινων δικαιωµάτων και ασφάλειας στην περιοχή, µε έµφαση στο status των σχέσεων Ισραήλ - Αιγύπτου µετά την πτώση του Χόσνι Μουµπάρακ, ο τούρκοςπρωθυπουργός θέλησε να επισηµάνει τον ρόλο της χώρας του στη Μέση Ανατολή. Η ηγεµονικά ηχηρή παρέµβαση του κ. Ερντογάν ανέδειξε: ότι η Τουρκία αποτελεί το σύγχρονο ισλαµοδηµοκρατικό µοντέλο, n ότι αυτό το µοναδικό σε όλο τον µουσουλµανικό κόσµο πρότυπο είναι επίτευγµα της δικής του διακυβέρνησης, n ότι η Δύση δεν µπορεί να αγνοεί ή να στρεβλώνει τα αιτήµατα του µουσουλµανικού κόσµου για χρηστή και δηµοκρατική διακυβέρνηση και, n ότι η όποια πρωτοβουλία αναληφθεί από τη διεθνή κοινότητα στην Αίγυπτοκαι την ευρύτερη περιοχήδεν µπορεί ναγίνει χωρίς τη συµµετοχή της Τουρκίας. Από την εποχή της Οθωµανικής Αυτοκρατορίας, οι Τούρκοι αντιµετώπιζαν τους Αραβες µε καχυποψία. Αυτή η έλλειψη εµπιστοσύνης έχει τις ρίζες της στην αραβική εξέγερση του 1916 που συνέβαλε στην ήττα των Τούρκων κατά τον Α’ Παγκόσµιο Πόλεµο και εν συνεχεία στη δηµιουργία των κρατών της Μέσης Ανατολής. Οι Αραβες από την πλευρά τους διατήρησαν τις αρνητικές µνήµες της οθωµανικής κυριαρχίας, ενώ τη δυσπιστία τους αύξανε ο δυτικός προσανατολισµός της Τουρκίας, η συµµετοχή της στο ΝΑΤΟ και οι σχέσεις της µε το Ισραήλ . Οι δεσµοί Τουρκίας - Αιγύπτου πέρασαν από όλες τις απρόβλεπτες και προβλέψιµες µεταπτώσεις. Οι δύο λαοί είναι στην πλειονότητά τους µουσουλµάνοι σουνίτες και γαλουχήθηκαν µέσα στους κόλπους της Οθωµανικής Αυτοκρατορίας έως ότου οι δρόµοι τους χώρισαν. Οι χώρες τους είναι δηµιουργήµατα στρατιωτικών καθεστώτων που επέβαλαν τον κοσµικό χαρακτήρα του κράτους καιεπιβλήθηκαν στον έλεγχο της εξουσίας. Ανήκει πια στα παράδοξα της Ιστορίας, αλλά είναι γεγονός ότι Τουρκία και Αίγυπτος έφτασαν στο χείλος τηςπολεµικής σύγκρουσης το 1957κατά µήκος των συριακών συνόρων ότανη Αγκυρα απείλησε τη Δαµασκό. Από τη δεκαετία του 1990 και έπειτα, οι επαφές ανάµεσα στις δύο χώρες έγιναν ιδιαίτερα θερµές. Μάλιστα, ηπροσωπική µεσολάβηση του Χόσνι Μουµπάρακ µεταξύ Τουρκίας και Συρίας τον Οκτώβριο του1998 απέτρεψε πολεµική σύγκρουση. Σήµερα, Τουρκία και Συρία είναι σύµµαχες χώρες. Οι ισλαµιστές της Τουρκίας, ακόµα και ο πρώην πρωθυπουργός Νετζµετίν Ερµπακάν, έχουν επανειληµµένα εκδηλωθεί υπέρ της Μουσουλµανικής Αδελφότητας της Αιγύπτου και διατηρούν επαφές µε υψηλόβαθµα στελέχη της. Στους κόλπους αυτής της πανίσχυρης ριζοσπαστικής οργάνωσης, που έχει εντυπωσιακή απήχηση στον κόσµο του Ισλάµ, ο κ. Ερντογάν χαίρει µεγάλης εκτίµησης. Αυτή την επιρροή θέλει ασφαλώς να κατοχυρώσει µέσα στις τάξεις του αραβικών πληθυσµών ο πρωθυπουργός της Τουρκίας, ενισχύοντας ταυτόχρονα το στρατηγικό βάθος της χώρας του. Αλλωστε, η προτροπή του προς τα δεσποτικά καθεστώτα της περιοχής ήταν κορανικής εµπνεύσεως: «Στήστε το αυτί σας και ακούστε το κλάµα του λαού». Στους κόλπους της Μουσουλµανικής Αδελφότητας, ο κ. Ερντογάν χαίρει µεγάλης εκτίµησης. Αυτή την επιρροή θέλει να κατοχυρώσει στις τάξεις των αραβικών πληθυσµών ο τούρκος πρωθυπουργός, ενισχύοντας ταυτόχρονα το στρατηγικό βάθος της χώρας του. Του ΧΡΗΣΤΟΥ Κ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ΤΑ ΝΕΑ